ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Αλέξ του Πιερ Λεμέτρ

© Alexas Fotos

«Η Αλέξ είναι ενθουσιασμένη. Εδώ και μία ώρα τώρα δοκιμάζει, διστάζει, βγαίνει έξω, γυρίζει πίσω, δοκιμάζει ξανά. Περούκες και ποστίς. Θα μπορούσε να περάσει έτσι ολόκληρα απογεύματα. Πριν από τρία τέσσερα χρόνια, τυχαία, ανακάλυψε αυτό το μαγαζί στο μπουλεβάρ ντε Στρασμπούρ. Δεν το πρόσεξε ακριβώς. Μπήκε μέσα από περιέργεια. Ταράχτηκε τρομερά, όταν είδε τον εαυτό της έτσι, κοκκινομάλλα. Είχε μεταμορφωθεί εντελώς, σε τέτοιο βαθμό που την αγόρασε αμέσως εκείνη την περούκα».

COVERS

Covers by Proust & Kraken | Έγκλημα

cover by Thanos Kakolyris
Έγκλημα
O art του blog, Θάνος Κακολύρης, εμπνέεται από τα βιβλία του blog
και δημιουργεί πρωτότυπα εξώφυλλα
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Yrsa Sigurdardottir

When did you decide which genre was right for you and why?

I began my writing career writing books for pre-teen children. These books were situation comedies, with children at the center of the action. After five such books I was really tired of being funny, which is much more difficult than being horrible. Humor is a very fine line that is hard to thread and it is very easy to fall on either side of it, go too far and be ridiculous or not far enough and be not funny at all. I was also feeling a bit constrained by the innocence of my readers that I did not want to ruin in any way, making certain topics off limits. I needed the freedom of writing for an audience that was more jaded and previously broken in when it comes to the awful things life sometimes dishes out. So I decided to shift to writing for adults, about ten years ago. It was an easy choice regarding subject matter as I feel one should write books that one likes to read as it is next to impossible to write a good novel if you do not enjoy the premise and respect it. So I would be a miserable love story writer or vampire book writer, not to mention experimental prose writer.

ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Ο χορταριασμένος δρόμος της Ανν Ένραϊτ

© Taylor Leopold

«Αργότερα, αφού η Χάνα έφτιαξε μερικές φέτες ψωμί με λιωμένο τυρί, η μητέρα της μπήκε μέσα και γέμισε μια θερμοφόρα με ζεστό νερό από τον μεγάλο βραστήρα που υπήρχε στο μάτι της κουζίνας. “Μου κάνεις τη χάρη να πας μέχρι τον θείο σου;” είπε. “Να μου πάρεις μερικές ασπιρίνες;” “Έτσι λες;” “Είμαι θολωμένη”, είπε. “Kαι ζήτα από τον θείο σου να σου δώσει και αμοξικιλίνη-να σ’το συλλαβίσω; Νιώθω ένα σφίξιμο στο στήθος”. “Θα δούμε”, είπε η Χάνα. “Τέλος πάντων, προσπάθησε”, είπε επιχειρώντας να την καλοπιάσει και ακούμπησε τη θερμοφόρα στο στήθος της. “Ξέρω ότι θα το κάνεις”. Οι Μάντιγκαν ζούσαν σε ένα σπίτι με ένα ρυάκι στον κήπο και το όνομά του στην πύλη: ΑΡΝΤΙΒΙΝ.».