ΝΟΥΒΕΛΑ

Έξω χιονίζει του Σάκη Σερέφα

© moritz320

«Τη χρονιά εκείνη, είχαν έρθει ξανά στη μόδα οι πνευματιστικές συγκεντρώσεις και τα παντελόνια καμπάνα. Μέσα στο αμφιθέατρο Ράδιο Σίτυ, το μέντιουμ Νίνα είχε πάρει τη θέση της στη σκηνή, καθισμένη σε μια βελούδινη μπερζέρα. Τα φώτα έχουν χαμηλώσει και χίλιοι τριακόσιοι πέντε θεατές σβήνουν τα κινητά τους και σταματούν τους ψιθύρους. Μια βαριά σιωπή απλώνεται στην αίθουσα σαν παχύρευση μπεσαμέλ, πτερύγιο από σαλάχι ή στίχος νομπελίστα ποιητή. Έτος 2015. Θεσσαλονίκη. Είναι Δεκέμβριος και η φημισμένη υγρασία της πόλης βρίσκεται στο 81%, δηλαδή ευνοεί την εμφάνιση του εκτοπλάσματος, τους πονοκεφάλους και τον εσωτερικό μονόλογο. Περιττό να αναφερθεί πως έξω χιονίζει. Ας αναφερθεί όμως: έξω χιονίζει».

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Γιώργος Μητάς

Γιατί γράφετε; Ποιες είναι οι συγγραφικές σας εμμονές;

Δεν έχω συγγραφικές εμμονές – ή έτσι νομίζω, τουλάχιστον! Όσο για το γιατί γράφω, θα δανειστώ, παραφράζοντάς τα, τα λόγια ενός εκ των ηρώων του «Σπιτιού» για την καλλιτεχνική δημιουργία εν γένει: δημιουργούμε στην (ανεπίγνωστη) προσπάθειά μας  να αρνηθούμε την εφήμερη φύση μας, στον αγώνα μας να αρθούμε πάνω από τον πόνο και την οδύνη της ύπαρξης μέσω της Ομορφιάς. Δημιουργούμε, επίσης, για να μάθουμε και να μοιραστούμε. Το θαυμαστό είναι ότι αυτή η μυστηριώδης, λυτρωτική δύναμη της τέχνης μπορεί να γίνει αντιληπτή από ένα παιδί, αν αυτό εκτεθεί στη σαγήνη της,  και να «σφραγίσει» την αντίληψή του για τη ζωή από πολύ τρυφερή ηλικία.

ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Mέρες εγκατάλειψης της Elena Ferrante

© suju

«ΈΝΑ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ, αμέσως μετά το φαγητό ο άντρας μου μού ανακοίνωσε ότι ήθελε να με παρατήσει. Αυτό το έκανε καθώς μαζεύαμε το τραπέζι, τα παιδιά τσακώνονταν ως συνήθως στο διπλανό δωμάτιο και το σκυλί ονειρευόταν γρυλίζοντας πλάι στο καλοριφέρ. Μου είπε ότι ήταν μπερδεμένος, ότι περνούσε δύσκολες στιγμές, ότι ένιωθε κουρασμένος, ανικανοποίητος, ως και τιποτένιος ακόμα. Μίλησε κάμποση ώρα για τα δεκαπέντε χρόνια του γάμου μας, για τα παιδιά μας, και παραδέχτηκε πως δεν είχε κανένα παράπονο ούτε από εκείνα ούτε από μένα. Η στάση του ήταν συγκρατημένη όπως πάντα, αν εξαιρέσουμε μια υπερβολική κίνηση που έκανε με το δεξί του χέρι, καθώς μου εξηγούσε μ’ έναν παιδιάστικο μορφασμό για κάποιες σιγανές φωνές, ένα είδος ψίθυρου, που τον έσπρωχναν αλλού. Έπειτα, αφού επωμίστηκε την ευθύνη για όλα όσα συνέβαιναν, έκλεισε διακριτικά την εξώπορτα πίσω του, αφήνοντάς με αποσβολωμένη δίπλα στο νεροχύτη.»