«η λίμνη είναι οι άλλοι»
Έκπληξη. Μια μεγάλη, ευχάριστη έκπληξη. Βλέπεις ένα βιβλιαράκι-κομψοτέχνημα σε ένα βιβλιοπωλείο κάπου στο κέντρο της Αθήνας. Δεν έχεις ακούσει τίποτα γι’ αυτό. Σε παρακινεί ο τίτλος και φυσικά η άρτια έκδοση. Διαβάζεις στο οπισθόφυλλο το εξής: «Mε το που έστηνε λοιπόν τους τοίχους κι άρχιζαν τα δωμάτια να ζεσταίνονται, να γίνονται λίγο πιο ανθρώπινα, έπαιρνε και ξέσκιζε τα κτίρια προκειμένου ν’ ανοίξει παράθυρα, μεγάλα ή μικρά, σχισμές ή χάσματα, που τ’ άφηνε ορθάνοιχτα, έτσι ώστε το ηλιάστραφτο νερό να ορμάει μέσα. Και το έξω πλημμύριζε το
μέσα με αγκαλιές κυμάτων, φαρδιά δώματα νερού που άφριζαν καθώς κατάπιναν τα κτίρια.» Και φυσικά το αγοράζεις και το ρουφάς, διψασμένος για καλή ελληνική λογοτεχνία, που ξεφεύγει απ’ τα συνηθισμένα θέματα (βλ. Εμφύλιο, Μικρασιατική Καταστροφή, κρίση και λοιπά).
«Όλα απλώθηκαν σαν κύμα χρόνου, γιγαντιαία αργό».
Είκοσι ιστορίες μπονζάι, λιλιπούτια αφηγήματα της μιας ή των δύο σελίδων και εννιά φωτογραφίες του ίδιου του συγγραφέα είναι αρκετά, για να νιώσει ο τυχερός αναγνώστης ότι υπάρχουν σύγχρονες νέες φωνές, που σαφώς και μπορούν να ανανεώσουν τη λογοτεχνία της χώρας μας. Γλώσσα λυρική, ποιητική. Το υγρό στοιχείο παντού. Το νερό κυρίαρχο, όχι με βία και ορμή, αλλά ήρεμα, όμορφα, απαλά.
«Το πρόβλημα ήταν όμως ότι τα δάχτυλά του, ίσως όλο το χέρι του, μέχρι το μπράτσο και παραπάνω, ίσως όλο τελικά το σώμα του συμπεριλαμβανομένου του δωματίου με όλα τα έπιπλα και το παράθυρο και το φως του απογεύματος απ’ έξω και την πόλη με τους θορύβους της και τον κόσμο με τα τριξίματά του – όλο αυτό έμοιαζε να γίνεται πιο υγρό και από το ίδιο το βιβλίο, περιρρέουσα αραιή πυκνότητα, αχνή σαν αέρας, αργή σαν ήλιος, θολή σαν τέλος. Κατέληγε να αφήνει το βιβλίο, όχι γιατί του γλιστρούσε από τα χέρια αλλά γιατί ο ίδιος γλιστρούσε από το βιβλίο, σαν χαρακτήρας που η πλοκή πιά δεν τον απαιτούσε, συμπαρασύροντας ένα κομμάτι του κόσμου που τελικά συγκρατιόταν μόνο από υδάτινες γέφυρες, τεντωμένα σχοινιά από ζελέ, τρεμουλιαστά χέρια από κύματα».
Στα μικρά αυτά πανέμορφα αφηγήματα μαγικού ρεαλισμού, το νερό είναι ο πρωταγωνιστής και οι άνθρωποι οι δευτερεύοντες χαρακτήρες, που γίνονται και αυτοί πρωταγωνιστές, μόνο όταν ενωθούν μαζί του (ή αφεθούν στην καθαρτήρια και λυτρωτική του υφή). Το νερό εισχωρεί παντού και καλύπτει τα πάντα. Οι υδάτινες ζωές των ηρώων είναι διαφορετικές, αλλά οι ήρωες δέχονται την υγρή αλλαγή χωρίς φόβο, φυσικά και όμορφα, λες και επιστρέφουν σε μια ασφαλή και ζεστή μήτρα, χωρίς δάκρυα αυτή τη φορά.
«Ακουμπούσαμε σε κάποια ράφια – τα αγαπημένα μου; ή μήπως τα δικά της αγαπημένα;- και αφήναμε τα βιβλία να ανοίγουν τυχαία και τις παραγράφους να επιπλέουν στις χούφτες μας. Το τυχαίο ήταν σημαντικό. Μόνο έτσι σταματούσε ή τουλάχιστον χαμήλωνε ταχύτητα ο χρόνος, γινόταν αμνιακό υγρό και μας τάιζε μέλλον».
Οι οικολογικές ανησυχίες του συγγραφέα και σύγχρονα ζητήματα, όπως το προσφυγικό, είναι εμφανή σε κάποια από αυτά:
«Έβλεπε συχνά τέτοιους σίφουνες να φτάνουν στο σπίτι μέσα απ’ το νερό. Όχι αερικά. Άντρες και γυναίκες και πολλά παιδιά. Βέβαια οι μύες τους ήταν όλοι φαγωμένοι, τα σκουλαρίκια τους προ πολλού πουλημένα και τα μάτια τους κόκκινα μετά από ώρες, ίσως και μέρες, πάλης με το πέλαγος».
Ο συγγραφέας, όπως λέει ο ίδιος, νιώθει ευτυχισμένος, όταν οι λέξεις που γράφει γίνονται νερό. Σαφώς και το καταφέρνει, ενώ, με βεβαιότητα μπορώ να πω ότι ευτυχείς είμαστε και εμείς, διαβάζοντας το βιβλίο του.
Ο συγγραφέας
Ο Ανδρέας Φιλιππόπουλος – Μιχαλόπουλος είναι καθηγητής Θεωρίας και Δικαίου στο πανεπιστήμιο του Westminster στο Λονδίνο, στο κέντρο πολιτικής και φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης και στο Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής της Βενετίας. Είναι επίσης καλλιτέχνης με το όνομα picpoet (www.picpoet.net). Έχει δημοσιεύσει εκτεταμένα σε διάφορες γλώσσες, με οκτώ θεωρητικά κι ένα εικαστικό βιβλίο. Ζει ανάμεσα στο Λονδίνο και τη Βενετία.
Έγραψαν για το βιβλίο
- http://fractalart.gr/to-vivlio-tou-nerou/
- http://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/8363-vivlio-nerou
- http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=920845