ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Ένα άλογο μπαίνει σ’ ένα μπαρ του Νταβίντ Γκρόσμαν

Stand up comedian
Photo by pavan krishna on Unsplash

«Καλησπέρα, καλησπέρα, καλησπέεεεεερα Καισάρειααααααααα!
Η σκηνή είναι ακόμα κενή. Η φωνή αντηχεί από τα παρασκήνια. Όσοι κάθονται στην αίθουσα σιωπούν σιγά σιγά και μειδιούν με προσμονή. Ένας άνθρωπος λεπτός, κοντός, διοπτροφόρος πετιέται από μια πλαϊνή πόρτα λες και τον έριξαν από εκεί κλοτσηδόν. Κάνει ακόμα μερικά βήματα παραπατώντας πάνω στη σκηνή, πέφτει σχεδόν, φρενάρει με τα δυο του χέρια πάνω στο ξύλινο πάτωμα, και μετά, με μια απότομη κίνηση, τινάζει τους γλουτούς του προς τα πάνω. Διάσπαρτα γέλια από το κοινό και χειροκροτήματα. Άνθρωποι μπαίνουν από το φουαγιέ, φλυαρώντας δυνατά. “Κυρίες και κύριοι”, ανακοινώνει με κυματιστή φωνή ένας άντρας που στέκεται πλάι στην κονσόλα και επιβλέπει τον φωτισμό, “υποδεχτείτε με χειροκροτήματα τον Ντόβαλε Τζις!”»

Ένα άλογο μπαίνει σ'ένα μπαρ
Man Booker International Prize Mετάφραση: Λουίζα Μιζάν Εξώφυλλο: Θάνος Κακολύρης Εκδόσεις Ψυχογιός

O Nτόβαλε είναι ένας μεσήλικας standup κωμικός. Τον γνωρίζουμε μια βραδιά στη Νατάνια, μια μικρή πόλη του Ισραήλ (η αναφορά στην Καισάρεια στην πρώτη πρόταση του βιβλίου είναι το πρώτο αστείο του ήρωα). Αρχικά αντιπαθής τόσο για τον αναγνώστη, όσο και για το κοινό του. Κάνει προσβλητικά αστεία που προκαλούν συνεχώς το κοινό, είτε σχολιάζοντας την εμφάνιση συγκεκριμένων θεατών είτε την ίδια την ιστορία του κράτους του Ισραήλ. Ο Ντόβαλε δεν σταματάει πουθενά. Κάνει αστεία μέχρι και για το Ολοκαύτωμα. Υπήρξε παιδί μοναχικό, που περπατούσε με τα χέρια ως μέσο αυτοπροστασίας, αφού έτσι δεν μπορούσε να τον χτυπήσει κανείς!

μικρόφωνο
Photo by Joshua Hoehne on Unsplash

Όπως συνέβη και με την τραγική σύμπτωση στο μυθιστόρημά του Στο τέλος της γης, μια ιστορία για μία μητέρα που ήθελε να αποφύγει τον θάνατο του γιου της μέσα από μία περιπλάνηση στην Ιουδαία, όπου συνέβη και στην ηρωίδα και στον συγγραφέα το αδιανόητο, ο θάνατος του παιδιού, έτσι και εδώ εμπνεύστηκε ο Γκρόσμαν τον πυρήνα του μυθιστορήματος από μια αληθινή ιστορία ενός φίλου του: ο φίλος του συγγραφέα (και ο Ντόβαλε) φεύγει από την στρατιωτική κατασκήνωση για να παραστεί στην κηδεία ενός γονιού του. Κανείς απ’ τους αξιωματικούς δεν ενημέρωσε το παιδί ποιος από τους δύο γονείς του έχει πεθάνει, με αποτέλεσμα καθ’ όλη τη διαδρομή να μην ξέρει ποιον να πενθήσει αλλά και να σκέφτεται ποιος από τους δύο θα ήθελε να έχει ζήσει! Στη συνέχεια ήρθαν οι ενοχές, οι τύψεις, αφού το παιδί πίστευε ότι εκείνο είχε προκαλέσει τον θάνατο του γονιού του! Μέσα στο μυαλό του Ντόβαλε, ο πατέρας του και η μητέρα του προσπαθούν με τις αναμνήσεις να ζήσουν και οι δύο:

Ανάμεσα στο κοινό βρίσκεται, κατόπιν πρόσκλησης από τον Ντόβαλε, και ο αφηγητής του βιβλίου, ο δικαστής Αβισάι Λαζάρ, συμμαθητής του Ντόβαλε. Με τον Λαζάρ είχαν συμμετάσχει σε μία στρατιωτική κατασκήνωση που προετοιμάζει τα παιδιά του Ισραήλ για την στρατιωτική τους θητεία. Αυτή η κατασκήνωση, η προδοσία του φίλου του, το bullying που υπέστη εκεί ο ήρωας αλλά και ένα συγκλονιστικό συμβάν που θα τον αλλάξει και θα καθορίσει την προσωπικότητά του για πάντα είναι το κέντρο του μυθιστορήματος και η αφορμή για να μας μιλήσει ο συγγραφέας για τα ζητήματα που απασχολούν τον ήρωά του, για την παιδική του ηλικία, τους γονείς του και τον θάνατό τους.

Στην πραγματικότητα είμαστε και εμείς θεατές εκείνο το βράδυ σε ένα μπαρ στη Νατάνια και νιώθουμε όπως ακριβώς νιώθει το κοινό του Ντόβαλε. Ξέρετε πολλούς συγγραφείς που να το καταφέρνουν αυτό;

«τώρα είναι η σειρά της. Σαν πολλή ώρα να την άφησα μόνη. Καλά πράγματα, καλά πράγματα για εκείνη. Πώς απλώνει την κρέμα χεριών “Ανούγκα” και όλο το σπίτι γεμίζει από τη μυρωδιά, και τα μακριά της δάχτυλα, και πώς αγγίζει το μάγουλό της όταν σκέφτεται και όταν διαβάζει. Και πώς έχει τα χέρια της πάντα διπλωμένα το ένα με το άλλο για να μη φαίνονται τα ράμματα. Ακόμα και από μένα φυλάγεται, ποτέ δεν κατάφερα να μετρήσω αν έχει έξι ουλές ή επτά. Τώρα είναι η σειρά του. Όχι, είναι πάλι η δική της σειρά. Είναι πιο επείγον. Συνεχώς μου ξεφεύγει. Είναι ολόκληρη δίχως ίχνος χρώματος πάνω της. Είναι κάτασπρη τώρα, σαν να μην έχει στάλα αίμα στο κορμί. Λες και τα παρατάει ήδη, μπορεί να έχει απελπιστεί μαζί μου που δεν τη σκέφτομαι εντονότερα. Γιατί δεν τη σκέφτομαι εντονότερα; Γιατί μου είναι δύσκολο να φέρω την εικόνα της μπροστά μου; Θέλω, ασφαλώς και θέλω, έλα- […] Τί να σας πω, το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει από αυτούς, και από τους δυο μαζί, και από εκείνη, γιατί επιτέλους ξαφνικά ξύπνησε μέσα μου, λες και κατάλαβε πως ο χρόνος σωνόταν και εγώ σε λίγο θα έφτανα και ήταν η τελευταία της ευκαιρία να επηρεάσει, γρήγορα λοιπόν, γρήγορα, άρχισε να μου φωνάζει, να εκλιπαρεί, να υπενθυμίζει, ούτε που θυμάμαι τι, και ύστερα εκείνος ανέφερε και άλλα πράγματα, για καθετί που εκείνη έλεγε αυτός έλεγε δυο, κι αυτή να με τραβάει από εδώ κι εκείνος από εκεί, και λεπτό προς λεπτό, όσο πλησιάζουμε στην Ιερουσαλήμ, τόσο τρελαίνονται.»

μικρόφωνο
Photo by Matthias Wagner on Unsplash

Κατορθώνει το ακατόρθωτο ο Γκρόσμαν σ’ αυτό το βιβλίο: από την αρχή μέχρι το τέλος κρατάει τον αναγνώστη, όπως κρατάει ο Ντόβαλε το κοινό του, σε μία ισορροπία μεταξύ κωμωδίας και δράματος, χωρίς να ξέρουμε, όπως και το κοινό του καλλιτέχνη, προς τα που θα πάει το πράγμα. Στην πραγματικότητα είμαστε και εμείς θεατές εκείνο το βράδυ σε ένα μπαρ στη Νατάνια και νιώθουμε όπως ακριβώς νιώθει το κοινό του Ντόβαλε. Ξέρετε πολλούς συγγραφείς που να το καταφέρνουν αυτό;

Για άλλη μια φορά μετά το κορυφαίο του Στο τέλος της γης, το οποίο είναι ένα απ’ τα πιο αγαπημένα μου βιβλία ever, ο Γκρόσμαν δημιουργεί έναν λογοτεχνικό ήρωα που δεν θα ξεχάσουμε. Όλο το βιβλίο, όπως και ο ήρωάς του κινείται μεταξύ αντίθετων πόλων σε μία τέλεια ισορροπία και αρμονία: δάκρυ και γέλιο, ατομικό και συλλογικό, φιλία και εχθρότητα, αγάπη και απέχθεια για τον εαυτό σου και τους άλλους, συμπόνοια και αναισθησία. Αυτό είναι ίσως και το πιο σπουδαίο που καταφέρνει ο μεγάλος Γκρόσμαν στο βιβλίο του, να μεταδίδει συνεχώς από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα στον αναγνώστη αντιφατικά συναισθήματα μέχρι την κάθαρση του τέλους, ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι ως αναγνώστης θα ταυτιστείς τόσο με τον ήρωα όσο και με το κοινό του, ανάλογα με το αστείο ή το τραγικό που θα πει από τη σκηνή ο ταλαντούχος κωμικός.

μικρόφωνο
Photo by Oscar Keys on Unsplash

Ένα απ’ τα καλύτερα βιβλία που διάβασα φέτος. Είμαι σίγουρος ότι ο Γκρόσμαν θα είναι το επόμενο Nobel για το Ισραήλ. Δύσκολο έργο η μετάφραση και η απόδοση του προφορικού λόγου ενός standup κωμικού και γι’ αυτό αξίζουν συγχαρητήρια στη μεταφράστρια Λουίζα Μιζάν, όπως και στον Θάνο Κακολύρη για το υπέροχο εξώφυλλο, που, όπως μας είπε ο ίδιος ο συγγραφέας, τού θύμισε τον ήρωά του!

Νταβίντ Γκρόσμαν

Ο συγγραφέας

Από τους μεγαλύτερους συγγραφείς στο Ισραήλ αποτελεί μαζί με τον Άμος Οζ και τον Άμπρααμ Γεοσούα την «τριάδα της ειρήνης» της μικρής αυτής χώρας με τη μεγάλη ιστορία. Γεννημένος το 1954 στην Ιερουσαλήμ, είναι γνωστός για τους αγώνες του για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή και τη συγκρότηση του παλαιστινιακού κράτους.

Έγραψαν για το βιβλίο: