ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Έλα να με βρεις του André Aciman

Paris
Photo by Léonard Cotte on Unsplash

«Την παρακολούθησα να μπαίνει στον σταθμό της Φλωρεντίας. Άνοιξε την τζαμένια πόρτα κι έπειτα, ανεβαίνοντας το βαγόνι, κοίταξε ολόγυρα και έριξε αμέσως το σακίδιό της στο αδειανό κάθισμα δίπλα στο δικό μου. Έβγαλε το δερμάτινο μπουφάν της, ακούμπησε κάτω την αγγλόφωνη έκδοση τσέπης που διάβαζε, και σωριάστηκε στο κάθισμα που βρισκόταν διαγωνίως απέναντι απ’ το δικό μου μ’ ένα ανυπόμονο, δύστροπο ξεφύσημα. Μου θύμισε κάποια που είχε μια έντονη λογομαχία λίγα δευτερόλεπτα μόλις προτού επιβιβαστεί και ακόμη σιγόβραζε από τα αιχμηρά λόγια που είχε ξεστομίσει ή είχε ακούσει στο τηλέφωνο, προτού το κλείσει. Το σκυλί της, που προσπαθούσε να το κρατήσει σταθερό ανάμεσα στους αστραγάλους της κρατώντας ένα κόκκινο λουρί τυλιγμένο γύρω από τη γροθιά της, έδειχνε όχι λιγότερο νευρικό από εκείνη».

Έλα να με βρεις
Mετάφραση Νίκος Α. Μάντης Εξώφυλλο: Γιώργος Παναρετάκης Εκδόσεις Μεταίχμιο

Έλιο και Όλιβερ. Όλιβερ και Έλιο. Τους θυμόμαστε από το Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου, το υπέροχο βιβλίο του Aciman, που έγινε ταινία, απέκτησε μια δεύτερη ζωή μετά τη μεγάλη επιτυχία της και ανάγκασε τρόπον τινά το συγγραφέα να γράψει μια συνέχεια του μεγάλου μυθιστορηματικού έρωτα του Έλιο και του Όλιβερ. Και πως θα μπορούσε να κάνει αλλιώς, όταν ο σκηνοθέτης της ταινίας είχε ήδη προαναγγείλει ότι θα σκηνοθετήσει άλλες δύο ταινίες για τους πρωταγωνιστές του! Για το Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου έχω γράψει ήδη στο blog. Ένα βιβλίο μεθυστικό, νοσταλγικό, λυρικό και όμορφο. Σα να’ ναι βγαλμένο από άλλη εποχή, στην οποία πολλοί θα θέλαμε να επιστρέψουμε. Με το ίδιο λυρικό του ύφος ο Aciman γράφει ξανά ένα βιβλίο για την αγάπη, που μας θυμίζει πολλά από το πρώτο του βιβλίο και μας συστήνει ξανά, χρόνια μετά, τους ήρωές του ν’ αποζητούν ο ένας τον άλλον, έχοντας βιώσει εκεί στη Βόρεια Ιταλία, στο σπίτι του Έλιο κάτι αλησμόνητο, μοναδικό και ανεπανάληπτο.

Rome-building
Photo by Jude Al Safadi on Unsplash

Κάπως έτσι βρισκόμαστε στη Ρώμη δέκα χρόνια μετά τον χωρισμό του Έλιο και του Όλιβερ. Η αυλαία ανοίγει με τον πατέρα του Έλιο, που είναι και ο αφηγητής της πρώτης ιστορίας. Έχει μόλις επιβιβαστεί στο τρένο που θα τον πάει στη Ρώμη από τη Φλωρεντία, για να επισκεφθεί τον Έλιο, ο οποίος εργάζεται εκεί ως επαγγελματίας πιανίστας. Έχει χωρίσει με τη μητέρα του Έλιο και συναντά στο τρένο την κατά πολύ νεότερή του Μιράντα, μία καλλονή φωτογράφο που ερωτεύεται παράφορα. «Τέμπο» λέγεται το κεφάλαιο που είναι αφιερωμένο στον πατέρα του Έλιο και στη σχέση του με τη Μιράντα και αντίστοιχος είναι ο μουσικός ρυθμός του κεφαλαίου. Απ’ τις πιο ωραίες σελίδες του κεφαλαίου αυτού είναι όταν το ζευγάρι και ο Έλιο πηγαίνουν βόλτα στα «προσκυνήματα», στα σημεία δηλαδή της μαγικής και μοναδικής Αιώνιας Πόλης, στα οποία έχουν ζήσει στο παρελθόν.

«Μη μου πεις-προσκύνημα!»
Το θυμήθηκε.
«Πού;» ρώτησε.
«Πάνω. Τρίτος όροφος, τα μεγάλα παράθυρα».
«Χαρούμενες αναμνήσεις;»
«Όχι ιδιαίτερα. Κάποτε είχα ζήσει εκεί πέρα».
«Και;»
«Αν έρχομαι σε τούτο το ξενοδοχείο κάθε φορά που βρίσκομαι στη Ρώμη, είναι επειδή απέχει μόνο μερικά βήματα από τούτο το κτίριο» είπα δείχνοντας τα παράθυρα, που είχαν εμφανώς δεκαετίες να καθαριστούν ή να αντικατασταθούν.

«Μ’ αρέσει να τριγυρίζω εδώ. Είναι σαν να ζω ακόμη εκεί πάνω, μελετώντας αρχαία ελληνικά και βαθμολογώντας διαγωνίσματα. Έμαθα να μαγειρεύω σε τούτο το κτήριο. Έμαθα ακόμα και να ράβω κουμπιά. Έμαθα να φτιάχνω δικό μου γιαούρτι, δικό μου ψωμί. Έμαθα το Ι-Τσινγκ. Απέκτησα το πρώτο μου κατοικίδιο, γιατί η κυρία από κάτω δεν ήθελε πια τη γάτα της, και η γάτα με συμπαθούσε. Ζηλεύω εκείνον το νεαρό που ζούσε εκεί πάνω, παρόλο που δεν ήταν πολύ ευτυχισμένος τότε. Μ’ αρέσει να έρχομαι εδώ αργά το βράδυ όταν νυχτώνει και να παρατηρώ το διαμέρισμα. Και όταν ανάβει ένα φως στα παλιά μου παράθυρα, η καρδιά μου απλώς πάει να σπάσει».
«Γιατί;»
«Γιατί ένα κομμάτι μου μάλλον δεν έχει παραιτηθεί απ’ την ιδέα να γυρίσει πίσω τον χρόνο. Ή δεν έχει αποδεχθεί ότι εγώ προχώρησα- αν όντως προχώρησα. Ίσως εκείνο που θέλει στ’ αλήθεια είναι να επανασυνδεθεί με το πρόσωπο που ήμουν κάποτε και του οποίου τα ίχνη έχω χάσει, αφότου του γύρισα τελείως την πλάτη όταν μετακόμισα αλλού. Ίσως να μη θέλω να είμαι αυτός που ήμουν εκείνη την εποχή, αλλά θα ήθελα να τον ξανάβλεπα, έστω και για ένα λεπτό, ώστε να καταλάβω ποιο είναι ετούτο το άτομο που δεν έχει παρατήσει προσώρας μια σύζυγο που δεν έχει ακόμη γνωρίσει, και που απέχει τόσο πολύ απ’ την επίγνωση ότι μια μέρα θα γίνει πατέρας. Ο νεαρός εκεί πάνω δεν ξέρει τίποτα γι’ αυτό, και ένα κομμάτι μου θα ήθελε να τον ενημερώσει και να του πει ότι ζω ακόμα, ότι δεν άλλαξα, και ότι στέκομαι εδώ έξω τώρα-».

Και από τη Ρώμη μεταφερόμαστε στο Παρίσι. Ο Έλιο πιάνει το νήμα της αφήγησης στο κεφάλαιο «Καντέντσα» και ο ρυθμός αλλάζει και πάλι. Έχουν περάσει λίγα χρόνια ακόμα από τη συνάντηση με τον πατέρα του και τη Μιράντα στη Ρώμη. Ο Έλιο γνωρίζει σε μια συναυλία τον Μισέλ, ένα επιτυχημένο μεσήλικα δικηγόρο, με τον οποίο συνδέεται ερωτικά. Είναι ξεκάθαρο σχεδόν απ΄ την αρχή ότι προσπαθεί να καλύψει το δυσαναπλήρωτο κενό που έχει αφήσει ο Όλιβερ, χωρίς φυσικά να το καταφέρνει όπως εύκολα μπορεί να μαντέψει κάποιος. Η πατρότητα, οι ρόλοι που επιχειρεί να παίξει ένας πατέρας, ο πατέρας του Μισέλ με τη μυστηριώδη ζωή του, που αρχίζει να ξετυλίγεται από μια παρτιτούρα που δίνει ο Μισέλ στον Έλιο, αλλά και ο Σάμουελ, ο πατέρας του Έλιο, είναι τα θέματα που κυρίως απασχολούν τον συγγραφέα στο δεύτερο αυτό κεφάλαιο.

Paris
Photo by Peter Secan on Unsplash

«Δεν έχω αίσθηση του πόσο τον είχε αλλάξει η ενασχόληση με το Δίκαιο, ή γιατί εγκατέλειψε την καριέρα του ως μουσικός. Η, για να το πω πιο απλά, ποτέ μου δεν κατάφερα να μάθω ποιος ήτανε ο άντρας πίσω απ’ τον άντρα που θεωρούσα για πατέρα μου. Ήξερα μόνο τον δικηγόρο αλλά δεν είχα δει ούτε είχα ζήσει με τον πιανίστα. Και με συνθλίβει ακόμα και σήμερα το γεγονός ότι δεν γνώρισα ούτε και μίλησα ποτέ με τον πιανίστα. Το πρόσωπο που γνώριζα ήταν ο δεύτερος εαυτός του. Υποπτεύομαι ότι έχουμε πρώτους και δεύτερους εαυτούς και ίσως και τρίτους, τέταρτους και πέμπτους, και πολλούς ακόμα ενδιάμεσους».
«Και με ποιον εαυτό μιλάω τώρα» τον ρώτησα, παίρνοντας το νήμα από κείνον «με τον δεύτερο, με τον τρίτο ή με τον πρώτο εαυτό σου;»
«Με τον δεύτερο. Νομίζω. Η ηλικία, φίλε μου. Όμως ένα κομμάτι μου θα πέθαινε για να γινόταν να μιλήσεις με το νεότερο εαυτό μου, για να σε έχω εδώ, σε τούτο το σπίτι όταν ήμουν εγώ στην ηλικία σου. Η ειρωνεία είναι ότι μαζί σου νιώθω να έχω τη δική σου ηλικία, και όχι τη δική μου. Είμαι σίγουρος ότι κάποιο αντίτιμο θα πρέπει να πληρώσω γι’ αυτό».
«Είσαι τόσο πεσιμιστής».
«Ίσως. Αλλά ο νεότερος εαυτός μου μπερδευόταν και χανόταν με πάρα πολλά πράγματα. Ο μεγαλύτερος είναι πιο λιτός, πιο προσεκτικός, και συνεπώς πιο απρόθυμος – ή πιο απελπισμένος- να επισπεύσει πράγματα που ξέρει ήδη ότι ίσως να μην τα ξαναβρεί ποτέ».
«Μα αφού με έχεις, εδώ και τώρα».
«Ναι, αλλά για πόσο».

Ήρθε επιτέλους και η ώρα του Όλιβερ. Νέα Αγγλία. Ο ήρωάς μας είναι παντρεμένος με παιδιά. Ήδη από την αρχή του κεφαλαίου που τιτλοφορείται «Καπρίτσιο» μάς μιλάει για την Έρικα και τον Πολ. Δεν αργούμε να καταλάβουμε ότι ψάχνει να βρει στους άλλους το αγόρι εκείνο που ερωτεύτηκε στην Ιταλία. Ούτε ο Όλιβερ κατάφερε να προχωρήσει στην πραγματικότητα. Έκανε μια συμβατική ζωή μακριά από τον πυρήνα της ύπαρξής του.

«Έτσι, ακόμα μια φορά, έπαιξε το Αριόζο. Και το έπαιξε για μένα, και όλο μπορούσαν να καταλάβουν ότι το έπαιζε για μένα, κι εκείνο που μου ράγισε την καρδιά ήταν ότι το ήξερα, όπως θα πρέπει να το είχε διαισθανθεί, ότι το πιο φριχτό με τους αποχαιρετισμούς και τις αναχωρήσεις είναι η σχεδόν-βεβαιότητα ότι ποτέ δεν θα ξαναϊδωθούμε. Αυτό που δεν ήξερε, και που δεν θα μπορούσε να ξέρει, ήταν ότι τούτο το ίδιο Αριόζο το είχα ξανακούσει να παίζεται για χάρη μου είκοσι χρόνια πριν, όταν, για ακόμα μια φορά, ήμουν έτοιμος να αναχωρήσω.

“Ακούς το παίξιμό του;” ρώτησα το μοναδικό πρόσωπο που ήταν απόν εκείνο το βράδυ, αλλά δεν ήταν ποτέ απόν από μέσα μου.
Το ακούω.
Και το ξέρεις, το ξέρεις ότι υπέφερα όλα αυτά τα χρόνια.
Το ξέρω. Κι εγώ το ίδιο.
Τι όμορφη μουσική που έπαιζες για μένα.
Το ήθελα.
Άρα δεν έχεις ξεχάσει.
Φυσικά και όχι.”
Και όσο ο Πολ έπαιζε κι εγώ παρατηρούσα το πρόσωπό του μην μπορώντας να αφήσω απ’ το βλέμμα μου τα μάτια του που κι εκείνα με κάρφωναν με μια τόσο αφύλαχτη χάρη και τρυφερότητα που την ένιωθα μέσα στο είναι μου, ήξερα ότι κάποια απόκρυφη και γοητευτική πρόταση εκφερόταν με στόχο να περιγράψει τη ζωή μου, όλα όσα έγιναν, όλα όσα γίνονταν, ακόμα και όσα δεν θα γίνονταν ποτέ, και ότι η επιλογή παρέμενε στα ίδια τα πλήκτρα του πιάνου και σ’ εμένα».

Το τελευταίο κεφάλαιο, το «Ντα Κάπο» βρίσκει τον Έλιο, τον αφηγητή μας, στην Αλεξάνδρεια. Δεν θα μπορούσε να σκεφτεί πιο ταιριαστή πόλη ο Aciman για τον επίλογο αυτού του μεγάλου έρωτα από την καβαφική Αλεξάνδρεια.

Alexandria
Photo by George Youssef on Unsplash

Κάποιοι κριτικοί κατηγόρησαν τον Αciman για υπέρμετρο ρομαντισμό και έλλειψη αληθοφάνειας στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων. Σ’ αυτούς θα θυμίσω ότι ο έρωτας είναι πάντα ρομαντικός, εξωπραγματικός και ταυτόχρονα αληθινός. Και ένας μεγάλος έρωτας, όπως αυτός του Έλιο και του Όλιβερ, ευτύχησε να ιστορηθεί από την πένα του πραγματικά σπουδαίου Aciman. Ένα βιβλίο που με έκανε να χαμογελάω ακόμα και αυτή την περίοδο, αφού μου θύμισε όλα τα σπουδαία για τα οποία αξίζει να ζει κανείς και κυρίως το αβίωτο της ζωής που είναι αντίθετη με τα θέλω σου. Θα ανακαλύψετε στο τελευταίο κεφάλαιο στη μαγευτική Αλεξάνδρεια αν τελικά ο Όλιβερ άκουσε το «Έλα να με βρεις» που προστακτικά του φώναζε από την άλλη άκρη του Ατλαντικού όλα αυτά τα χρόνια ο Έλιο.

O συγγραφέας

Ο Andre Aciman (Αντρέ Ασιμάν) γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1951. Η οικογένειά του αναγκάστηκε να φύγει από την Αίγυπτο το 1965 επί Νάσερ για να εγκατασταθεί στην Ιταλία. Το 1968 µετακόµισαν εκ νέου στη Νέα Υόρκη, όπου ο Ασιµάν ζει µέχρι σήµερα. Πτυχιούχος του Lehman College και του Harvard, υπότροφος Guggenheim, διακεκριµένος καθηγητής Θεωρίας της Λογοτεχνίας στο City University της Νέας Υόρκης, είναι συγγραφέας τεσσάρων µυθιστορηµάτων και αρκετών δοκιµίων.

Έργα του έχουν δηµοσιευτεί στο New Yorker, New York Review of Books, New York Times, Paris Review και στη συγκεντρωτική έκδοση The Best American Essays. Μεταξύ άλλων διακρίσεων, το αυτοβιογραφικό του Έξοδος από την Αίγυπτο (Μεταίχµιο, 2013) τιµήθηκε µε το Whiting Writers’ Award. Είναι παντρεµένος µε τρία παιδιά.

Έγραψαν για το βιβλίο:

https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/14070-ela-na-me-vreis
https://flix.gr/news/find-me-andre-aciman-book-review.html
https://www.theguardian.com/books/2019/oct/20/find-me-andre-aciman-review-sequel-call-me-by-your-name
https://www.nytimes.com/2019/10/25/books/review/find-me-andre-aciman.html