ΔΙΗΓΗΜΑ

Eκπνοή του Ted Chiang

Photo by Greg Rakozy on Unsplash

Ο Τed Chiang ανήκει στο δικό μου πάνθεον των κορυφαίων συγγραφέων∙ αυτών στο έργο των οποίων θα επιστρέφω ξανά και ξανά. Και είναι μόλις ο δεύτερος τέτοιος συγγραφέας (μετά τον Τσίβερ) που με κερδίζει με ένα είδος που δεν είναι και το πιο αγαπημένο μου, αυτό του διηγήματος.

ΔΙΗΓΗΜΑ

Ελέφαντας του Ρέιμοντ Κάρβερ

Photo-by-Pasi-Jormalainen-on-Unsplash

Υπήρξε ένας από τους κορυφαίους λογοτέχνες του 20ου αιώνα. Πολλοί κριτικοί λογοτεχνίας σε όλο τον κόσμο τον συγκρίνουν (και όχι άδικα) με τον Τσέχοφ. Τα διηγήματά του είναι μικρά αριστουργήματα, που τελειώνουν στο μυαλό του αναγνώστη και όχι στις σελίδες. Η ποίησή του επίσης συγκλονιστική. Είναι κρίμα που όταν πλέον αποφάσισε να περάσει και στη μεγάλη φόρμα και να γράψει το πρώτο του μυθιστόρημα άφησε την τελευταία του πνοή.

ΔΙΗΓΗΜΑ

O σηματωρός του Charles Dickens

Photo shows a London and North Western Railway "Dreadnought Class" locomotive called Archimedes in Euston Station, London, England. This type of train was built between 1884 and 1888 and was withdrawn from service in 1904. (Source: Flickr Commons project, 2008 and 2009 and researcher D. Free, 2018) Copyright: Library of Congress

«ΈΪ! ΕΣΕΙΣ ΚΕΙ ΚΑΤΩ!
Την ώρα που άκουσε τη φωνή να τον καλεί μ’ αυτά τα λόγια, στεκόταν στην πόρτα του κουβούκλιού του κρατώντας στο χέρι ένα σημαιάκι τυλιγμένο γύρω από το μικρό του κοντάρι. Με δεδομένη τη διαμόρφωση του τοπίου, θα περίμενε κανείς ότι δεν θα είχε καμία αμφιβολία από πού ακριβώς ερχόταν η φωνή∙ εκείνος όμως αντί να κοιτάξει ψηλά, εκεί που στεκόμουν, στην κορυφή του απότομου υψώματος, σχεδόν πάνω από το κεφάλι του, έκανε μεταβολή και κοίταξε πέρα, προς τις γραμμές. Και είχε κάτι το παράξενο ο τρόπος του, αλλά τι ακριβώς, μου ήταν αδύνατο να καταλάβω. Ξέρω πάντως ότι στάθηκε αρκετό ώστε να τραβήξει την προσοχή μου, παρόλο που η μορφή του φάνταζε μικρή και σκοτεινή, εκεί μες στο βάθος του ορύγματος, κι εγώ βρισκόμουν ψηλά από πάνω του, τόσο λουσμένος στο άγριο φως του ηλιοβασιλέματος που έπρεπε να σκιάζω τα μάτια με το χέρι μου για να τον βλέπω».

ΔΙΗΓΗΜΑ

Ο αχυρώνας φλέγεται του Ουίλλιαμ Φώκνερ

photo by alexander Αndrews

«ΤΟ ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟ όπου δίκαζε ο ειρηνοδίκης μύριζε τυρί. Το παιδί, κουλουριασμένο πάνω σ’ ένα βαρέλι στο βάθος της κατάμεστης αίθουσας, ήταν σίγουρο ότι οσμιζόταν τυρί, κι ακόμα παρατηρούσε από τη γωνιά του τις παράλληλες σειρές των ραφιών, κατάφορτες με τα συμπαγή, κοντόχοντρα και ανισοϋψή σχήματα της μιας και της άλλης κονσέρβας, που τις ετικέτες τους τις μελετούσε το στομάχι του, όχι διαβάζοντας τα γράμματα – το νόημά τους του ήταν απροσπέλαστο-, αλλά χαζεύοντας τους πορφυρούς διαβόλους και τις αργυρές καμπύλες των ψαριών· αυτές οι μυρωδιές,

ΔΙΗΓΗΜΑ

Οι αυτόχειρες του Γκυ ντε Μωπασάν

Tragedy, Edvard Munch

«Ο ΣΗΚΟΥΑΝΑΣ κυλούσε νωχελικός μπροστά από το σπίτι μου, αρυτίδωτος, αστράφτοντας στο πρωινό φως: μια όμορφη, αργόσυρτη, πλατιά ασημένια λωρίδα, με πορφυρές ανταύγειες. Από την άλλη πλευρά, στα πρανή του ποταμού, ψηλές δεντροστοιχίες σχημάτιζαν ένα πελώριο πράσινο τείχος. Η αίσθηση της ζωής που ξεκινάει κάθε καινούργια μέρα, μιας ζωής όλο δροσιά, χαρά και έρωτα, θρόιζε στις φυλλωσιές των δέντρων,

ΔΙΗΓΗΜΑ

Το βιβλίο του νερού του Ανδρέα Φιλιππόπουλου-Μιχαλόπουλου

photo by Xandtor

«η λίμνη είναι οι άλλοι»

Έκπληξη. Μια μεγάλη, ευχάριστη έκπληξη. Βλέπεις ένα βιβλιαράκι-κομψοτέχνημα σε ένα βιβλιοπωλείο κάπου στο κέντρο της Αθήνας. Δεν έχεις ακούσει τίποτα γι’ αυτό. Σε παρακινεί ο τίτλος και φυσικά η άρτια έκδοση. Διαβάζεις στο οπισθόφυλλο το εξής: «Mε το που έστηνε λοιπόν τους τοίχους κι άρχιζαν τα δωμάτια να ζεσταίνονται, να γίνονται λίγο πιο ανθρώπινα, έπαιρνε και ξέσκιζε τα κτίρια προκειμένου ν’ ανοίξει παράθυρα, μεγάλα ή μικρά, σχισμές ή χάσματα, που τ’ άφηνε ορθάνοιχτα, έτσι ώστε το ηλιάστραφτο νερό να ορμάει μέσα. Και το έξω πλημμύριζε το

ΔΙΗΓΗΜΑ

Η ιστορία ενός σκυλιού του Μαρκ Τουέιν

© Rachel Omnès

«Ο πατέρας μου ήταν Αγίου Βερνάρδου, η μητέρα μου κόλεϊ αλλά εγώ είμαι Πρεσβυτεριανή. Έτσι μου είχε πει η μητέρα μου, εγώ προσωπικά δεν καταλαβαίνω αυτές τις ωραίες διακρίσεις. Για μένα είναι απλά όμορφες μεγάλες λέξεις που δεν σημαίνουν τίποτα. Η μητέρα μου, όμως, τους είχε αδυναμία. Της άρεσε να τις λέει και μετά να παρατηρεί τα άλλα σκυλιά να εκφράζουν έκπληξη και ζήλια σαν να αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν να διαθέτει τέτοια μόρφωση. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, δεν επρόκειτο για αληθινή μόρφωση· ήταν απλά μια παράσταση.»

ΔΙΗΓΗΜΑ

Στη σωφρονιστική αποικία του Franz Kafka

Σχέδιο του Μπρούνο Καρούζο, εμπνευσμένο από διήγημα

«Είναι ένα ιδιόρρυθμο μηχάνημα», είπε ο αξιωματικός στον ερευνητή-ταξιδιώτη και επιθεώρησε, με βλέμμα γεμάτο θαυμασμό, τη μηχανή, την οποία ήταν προφανές ότι γνώριζε πολύ καλά. Φαίνεται πως ο ταξιδιώτης δέχτηκε, από ευγένεια και μόνο, την πρόσκληση του διοικητή να παραστεί μάρτυρας στην εκτέλεση ενός στρατιώτη, που καταδικάστηκε σε θάνατο για απειθαρχία και προσβολή ανωτέρου. Η εκτέλεση αυτή δεν παρουσίαζε μεγάλο ενδιαφέρον, ακόμα και μέσα στην ίδια τη σωφρονιστική αποικία. Στο βαθύ, στενό και αμμώδες φαράγγι, τριγυρισμένο από γυμνές βουνοπλαγιές, βρίσκονταν, εκτός από τον ταξιδιώτη και των αξιωματικό, ο κατάδικος – ένας αποβλακωμένος άνθρωπος με ορθάνοιχτο στόμα, ανάκατα μαλλιά και ταλαιπωρημένη όψη- και ένας στρατιώτης. Αυτός σήκωνε τη μεγάλη, βαριά αλυσίδα, που διακλαδωνόταν σε μικρότερες, με τις οποίες ο κατάδικος ήταν δεμένος στους αστραγάλους, τους καρπούς και τον λαιμό».

ΔΙΗΓΗΜΑ

Ιστορίες της ζωής σου και άλλες ιστορίες του Τed Chiang

The Tower of Babel by Pieter Bruegel the Elder (1563)

Ο πύργος της Βαβυλώνας:

«Αν ο πύργος κείτονταν στην πεδιάδα της Σενναάρ, θα χρειάζονταν δυο μέρες για να περπατήσεις από τη μια άκρη ως την άλλη. Όσο ο πύργος είναι όρθιος, χρειάζεται ένας ολόκληρος μήνας και μισός για να ανεβείς από τη βάση στην κορυφή του χωρίς άλλα βάρη. Αλλά λίγοι ανεβαίνουν στον πύργο με άδεια χέρια· το βήμα των περισσότερων το βραδύνει το καρότσι με τα τούβλα που τραβούν πίσω τους. Τέσσερις μήνες περνούν από τη μέρα που θα το πάρουν από εκεί για να γίνει μέρος του πύργου».

ΔΙΗΓΗΜΑ

Η αθανασία των σκύλων του Κώστα Μαυρουδή

© Freddie Marriage

«Ο σκύλος, κύριε, είναι αθάνατος! Δεν είναι δική μου η σκέψις. Το έχει γράψει ένας Γάλλος συγγραφεύς του περρασμένου αιώνος. Πεθαίνουν μόνον εκείνοι που το γνωρίζουν…Ο Ερμής δεν έχει συνείδηση, αγνοεί το τέλος, όπως το δάσος δεν γνωρίζει τίποτε για το πριονιστήριο. Μακαριότητα. Έζησε και πεθαίνει χωρίς να υποψιάζεται την απουσία του, χωρίς να ξέρει τίποτε για το χρόνο. Σκέπτομαι ότι, όποτε χρειαστεί, θα υποβάλω σε ευθανασία μιαν ανύποπτη, δηλαδή μιαν αθάνατη ύπαρξη».