Ως πρώτο post της χρονιάς επέλεξα τη συνέντευξη του Δημήτρη Αναστασίου, του καλλιτέχνη που μας χάρισε το σπουδαίο εικονιστόρημα Α=-Α. Τον ευχαριστώ για την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση και με χαρά ανακοινώνω από το Proust & Kraken ότι το Α=-Α θα βγει στα αγγλικά από τον Jonathan Cape του Penguin-Random House! Είμαι σίγουρος ότι θα θριαμβεύσει και στο εξωτερικό! Καλή χρονιά σε όλους με υγεία, χαρά και όμορφα διαβάσματα!
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Ανδρέας Φιλιππόπουλος-Μιχαλόπουλος
Μιλήστε μας για το έργο σας, για τη διδασκαλία, για τα φωτοποιήματα (picpoetry). Πόσο εύκολος είναι ο συνδυασμός επιστήμης και τέχνης;
Επιστήμη και τέχνη έχουν διαχωριστεί μόνο τους τελευταίους δύο αιώνες. Ο διαχωρισμός τους δεν μου φάνηκε ποτέ ούτε φυσικός, ούτε εύκολος. Φυσικά εξυπηρετεί ανάγκες εμβάθυνσης τόσο στην επιστήμη όσο και στην τέχνη, αλλά πια αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε πως δύσκολα το ένα επιβιώνει ή ακόμα και τελικά εμβαθύνει στα σημαντικά ζητήματα της ζωής και του θανάτου, χωρίς το άλλο. Στην καθημερινότητά μου, έχω συνειδητοποιήσει πως περιέρχομαι μιας μεγάλης συνέχειας, μιας αδιάκοπης ροής, ανάμεσα, από τη μία, σ’
Laurent Binet
Why did you choose to write about “Operation Anthropoid”? What led up to
this book?
I was send in Slovakia to do my military service so in a way it was just by chance I
discovered how much that story was amazing but I knew a bit about Heydrich before
because my father, a history teacher, told me about him and his assassination when I
was a kid.
David Plante
What is the hardest thing about being a writer?
The hardest part of writing is sitting down and doing it. Only after a while, when something takes you over and you are no longer writing but, it seems, you are being written, does writing become a possession. Jan Ryhs used to say, “A writer is a pen,” and I would ask, “Do you imagine the pen in the hand of someone else?” and she would answer, “In the hand of someone better than you are.” She also said, “All of writing is a huge lake, and there are great river that feed the like, such as Tolstoy and Dostoyevsky, and there are trickles that feed the lake, like Jean Rhys. One must keep feeding the lake.”
Γιώργος Μητάς
Γιατί γράφετε; Ποιες είναι οι συγγραφικές σας εμμονές;
Δεν έχω συγγραφικές εμμονές – ή έτσι νομίζω, τουλάχιστον! Όσο για το γιατί γράφω, θα δανειστώ, παραφράζοντάς τα, τα λόγια ενός εκ των ηρώων του «Σπιτιού» για την καλλιτεχνική δημιουργία εν γένει: δημιουργούμε στην (ανεπίγνωστη) προσπάθειά μας να αρνηθούμε την εφήμερη φύση μας, στον αγώνα μας να αρθούμε πάνω από τον πόνο και την οδύνη της ύπαρξης μέσω της Ομορφιάς. Δημιουργούμε, επίσης, για να μάθουμε και να μοιραστούμε. Το θαυμαστό είναι ότι αυτή η μυστηριώδης, λυτρωτική δύναμη της τέχνης μπορεί να γίνει αντιληπτή από ένα παιδί, αν αυτό εκτεθεί στη σαγήνη της, και να «σφραγίσει» την αντίληψή του για τη ζωή από πολύ τρυφερή ηλικία.
Νίκος Α. Μάντης
Ποιος διάβασε το πρώτο σας γραπτό και ποια ήταν η αντίδρασή του;
Το πρώτο-πρώτο μου γραπτό, πολύ φοβάμαι κανένας, γιατί ανήκε πιθανότατα στην εποχή που πειραματιζόμουν με τις δημιουργικές μου «φωνές», τόσο στην ποίηση, όσο και στο θέατρο. Έγραφα και έσκιζα μόνος μου, απογοητευόμουν σχεδόν ολοκληρωτικά, αλλά για κάποιο μυστήριο λόγο δεν εγκατέλειπα, βασανιζόμουν από κρίσεις μελλοντικού μεγαλείου και παροντικής μιζέριας. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να κρατάω, εντελώς συμπλεγματικά, κρυφά τα γραπτά μου, τα οποία στο δεύτερο ή τρίτο διάβασμα ήδη μου «ξίνιζαν», και στον αντίποδα να τα στέλνω σε διάφορους διαγωνισμούς, αναμένοντας να βγω απ’ την αφάνεια με μια θεαματική βράβευση σε ρόλο από μηχανής θεού. Όταν άρχισα να προσγειώνομαι, πρώτοι μου αναγνώστες έγιναν η μητέρα μου, ο αδελφός και η αδελφή μου, με σχόλια που ήταν επί το πλείστον ενθαρρυντικά. Σήμερα τα έργα μου τα διαβάζει πρώτη η γυναίκα μου. Διατηρώ πάντως την ελπίδα ότι μπορώ να διακρίνω, πίσω απ’ τα αισθήματα αγάπης των οικείων μου, την ύπαρξη μιας ενδεχόμενης αυθεντικής ικανοποίησης για κάτι που έγραψα.
Yrsa Sigurdardottir
When did you decide which genre was right for you and why?
I began my writing career writing books for pre-teen children. These books were situation comedies, with children at the center of the action. After five such books I was really tired of being funny, which is much more difficult than being horrible. Humor is a very fine line that is hard to thread and it is very easy to fall on either side of it, go too far and be ridiculous or not far enough and be not funny at all. I was also feeling a bit constrained by the innocence of my readers that I did not want to ruin in any way, making certain topics off limits. I needed the freedom of writing for an audience that was more jaded and previously broken in when it comes to the awful things life sometimes dishes out. So I decided to shift to writing for adults, about ten years ago. It was an easy choice regarding subject matter as I feel one should write books that one likes to read as it is next to impossible to write a good novel if you do not enjoy the premise and respect it. So I would be a miserable love story writer or vampire book writer, not to mention experimental prose writer.
Ιωάννα Μπουραζοπούλου
Από πού εμπνευστήκατε τον «Δράκο της Πρέσπας» και ειδικότερα το πρώτο μέρος της τριλογίας αυτής, την «Κοιλάδα της λάσπης»; Από πού αντλείτε έμπνευση για τα βιβλία σας;
«Ο Δράκος της Πρέσπας» είναι ένα παραμύθι για σύνορα και όρια κάθε είδους, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων μεταξύ ρεαλισμού και φαντασίας. Μια λίμνη ενώνει χωρίζοντας και χωρίζει ενώνοντας τρεις μικρές χώρες, οι κάτοικοι των οποίων βασανίζονται από την ίδια εσωτερική αντίφαση που καλούνται να υπερασπιστούν. Αν αυτό δεν είναι «δράκος», τότε τι είναι; Η κοινωνική μεταβολή που συντελείται τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, της ευρωπαϊκής κρίσης, της διεθνούς πολιτικής κρίσης και της προσφυγικής κρίσης, που αυτή προκάλεσε, δοκιμάζει τις αντοχές των συνόρων, εσωτερικών και εξωτερικών, υπαρξιακών και γεωγραφικών. Τις ίδιες αντοχές πραγματεύεται και το βιβλίο, τη
Άκης Παπαντώνης
Αναγνώστης γίνεται κανείς από την παιδική του ηλικία. Ποια ήταν τα πρώτα σου λογοτεχνικά αναγνώσματα και ποια θυμάσαι μέχρι σήμερα;
Οι γονείς μου δεν διαβάζουν οι ίδιοι λογοτεχνία, όμως—το θυμάμαι καλά—κάθε αρχή καλοκαιριού με πήγαιναν στο βιβλιοπωλείο να διαλέξω βιβλία. Από τα πρώτα μου αναγνώσματα θυμάμαι: να διαβάζω Ιούλιο Βερν, να ξαναδιαβάζω κάθε Πάσχα τον «Θησαυρό της Βαγίας» της Ζωρζ Σαρή και, γύρω στα δώδεκα, να τρομάζω δοκιμάζοντας το «Έγκλημα και Τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι—το οποίο ευτυχώς επισκέφθηκα ξανά αργότερα.