ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Οι διακοπές του Μαιγκρέ του Georges Simenon

© xbloom0babyx

«O ΔΡΟΜΟΣ ΗΤΑΝ ΣΤΕΝΟΣ, στρωμένος με παράταιρους κυβόλιθους, όπως όλοι οι δρόμοι της παλιάς γειτονιάς της σάμπλ ντ’ Ολόν. Όσο για τα πεζοδρόμια ήταν σε τέτοιο σημείο στενά που αναγκαζόταν να κατέβει απ’ αυτά κάθε φορά που διασταυρωνόταν με κάποιον περαστικό. Η δίφυλλη σκουροπράσινη πόρτα στη γωνία ήταν ιδιαίτερα επιβλητική, το ξύλο έκανε υπέροχα νερά, και είχε δύο καλογυαλισμένα μπρούντζινα ρόπτρα, ακριβώς όπως οι πόρτες που συναντά κανείς σε αρχοντικά ή σε μοναστήρια της επαρχίας».

COVERS

Covers by Proust & Kraken | The Swimmer

cover by Thanos Kakolyris
Ο κολυμβητής εξώφυλλο Θάνος Κακολύρης
O art του blog, Θάνος Κακολύρης, εμπνέεται από τα βιβλία του blog
και δημιουργεί πρωτότυπα εξώφυλλα
ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Ο Δράκος της Πρέσπας Ι – Η κοιλάδα της λάσπης της Ιωάννας Μπουραζοπούλου

© joe roberts

«Ήμαρτον Κύριε, σταυροκοπήθηκε άναυδος ο γερο-Σεβαστιανός, ο φύλακας της Νότιας Πύλης της Πρέσπας. Στεκόταν μπροστά στο αυτοσχέδιο φυλάκιό του – έναν τριώροφο πυργίσκο καμπαναριού το μεσαίο πάτωμα του οποίου είχε μετατρέψει σε κονάκι- με το στόμα ανοιχτό από έκπληξη και τις κόρες διεσταλμένες από τρόμο, μην τολμώντας να μπει μέσα, να προστατευτεί τουλάχιστον απ’ τη βροχή που ο αέρας έφερνε λοξά στο υπόστεγο και του μαστίγωνε το πρόσωπο. Μετάνιωνε που εγκατέλειψε το πόστο του, αλλά ένας κεραυνός χτύπησε το πανδοχείο κι έτρεξε ως εκεί φοβούμενος μήπως χάθηκαν ζωές. Έτρεξε, τρόπος του λέγειν, τώρα που η λάσπη έφτασε στα σαράντα εκατοστά με δυσκολία έσερνε τα πόδια του. Γκρεμίστηκε ένα μέρος της κεραμοσκεπής αλλά κανείς δεν τραυματίστηκε, οπότε επέστρεψε γρήγορα στο φυλάκιο κι ανέβηκε λαχανιασμένος της σκαλίτσα, για να κοκκαλώσει στο κεφαλόσκαλο και από την ανοιχτή πόρτα-την είχε αφήσει ανοιχτή; ούτε που θυμόταν-να αντικρίσει τούτο το αποτρόπαιο θέαμα. Επάνω στην καρέκλα του βρισκόταν, ήμαρτον Κύριε, ένα κομμένο χέρι. Μελανιασμένο, άκαμπτο και καταλασπωμένο».

ΝΟΥΒΕΛΑ

Το Λεωφορείο της Εουχένια Αλμέιδα

© jolita

«Πάνε τρεις νύχτες που το λεωφορείο περνάει χωρίς ν’ ανοίγει την πόρτα. Το χωριό ζει κάτω από έναν τσίγκινο ουρανό, γκρίζο και ελάχιστα κυματιστό. Η σκόνη σκεπάζει τις αυλόπορτες και η αναβροχιά κάνει τα σκυλιά νευρικά.»

ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Διωγμός του Αλεσσάντρο Πιπέρνο

© Guglielmo Losio

«Ήταν 13 Ιουλίου του 1986, όταν μια επιθυμία να μην είχε έρθει ποτέ στον κόσμο κυρίεψε τον Λέο Ποντεκόρβο προκαλώντας του αμηχανία. Μια στιγμή νωρίτερα ο Φιλίππο, ο πρωτότοκός του, ενέδιδε στο πλέον μικροπρεπές παιδιάστικο παράπονο: απορρίπτοντας την πενιχρή ποσότητα πατατάκια που η μητέρα τού είχε αδειάσει στο πιάτο, διαμαρτυρόταν για την ανήκουστη γενναιοδωρία της προς τον μικρότερο αδελφό. Και ακριβώς εκείνη τη στιγμή στις ειδήσεις των οχτώ ο εκφωνητής να υπαινίσσεται, ενώπιον μιας σημαντικής μερίδας του έθνους, ότι ο παρών εκεί Λέο Ποντεκόρβο είχε ανταλλάξει ανήθικες επιστολές με τη φιλενάδα του δεκατριάχρονου δευτερότοκου γιου του».

ΔΙΗΓΗΜΑ

Γκιάκ του Δημοσθένη Παπαμάρκου

Γιατί να μας αφορά σήμερα μια συλλογή διηγημάτων, που πραγματεύεται ιστορίες που έλαβαν χώρα πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή;  Τί κάνει τόσο συναρπαστική τη συλλογή αυτή των διηγημάτων, η οποία είναι μάλιστα γραμμένη σε αρβανίτικη, προφορική διάλεκτο;

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Άκης Παπαντώνης

© Akis Papantonis

Αναγνώστης γίνεται κανείς από την παιδική του ηλικία. Ποια ήταν τα πρώτα σου λογοτεχνικά αναγνώσματα και ποια θυμάσαι μέχρι σήμερα;

Οι γονείς μου δεν διαβάζουν οι ίδιοι λογοτεχνία, όμως—το θυμάμαι καλά—κάθε αρχή καλοκαιριού με πήγαιναν στο βιβλιοπωλείο να διαλέξω βιβλία. Από τα πρώτα μου αναγνώσματα θυμάμαι: να διαβάζω Ιούλιο Βερν, να ξαναδιαβάζω κάθε Πάσχα τον «Θησαυρό της Βαγίας» της Ζωρζ Σαρή και, γύρω στα δώδεκα, να τρομάζω δοκιμάζοντας το «Έγκλημα και Τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι—το οποίο ευτυχώς επισκέφθηκα ξανά αργότερα.

COVERS

Covers by Proust & Kraken | Μάσκες

cover by Thanos Kakolyris
Μάσκες Θάνος Κακολύρης
O art του blog, Θάνος Κακολύρης, εμπνέεται από τα βιβλία του blog
και δημιουργεί πρωτότυπα εξώφυλλα
ΝΟΥΒΕΛΑ

Καρυότυπος του Άκη Παπαντώνη

© silvercapricorn93

«Υπήρχαν ημέρες που η ομίχλη υποχωρούσε. Αποκαλυπτόταν τότε το χρώμα από τις πλάκες στα πεζοδρόμια, τα μπαλώματα από γκαζόν στις μπροστινές αυλές, κι εκείνη η μούχλα που σκέπαζε τις στέγες των ομοιόμορφων και ομοιόχρωμων σπιτιών. Τέτοιες ημέρες ξαλάφρωναν από το βάρος της τα δέντρα – η πόλη έπαιρνε μια βαθιά ανάσα.»