ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Η συντέλεια του κόσμου της Τζέννυ Έρπενμπεκ

«Ο Κύριος έδωκε και ο κύριος αφήρεσεν, της είχε πει η γιαγιά της στην άκρη του λάκκου. Αλλά δεν ήταν αλήθεια αυτό, γιατί ο Κύριος είχε αφαιρέσει πολύ περισσότερα απ’ όσα υπήρχαν-κι όλα όσα θα μπορούσαν να είχανε γίνει απ’ το παιδί κείτονταν τώρα εκεί κάτω κι έπρεπε να τα σκεπάσει το χώμα. Τρεις χούφτες χώμα, και το μικρό κορίτσι, που βγαίνει τρέχοντας απ’ το σπίτι με τη σάκα του στην πλάτη, το σκέπασε το χώμα, η σάκα τραμπαλίζεται πάνω κάτω, ενώ εκείνο όλο και απομακρύνεται· τρεις χούφτες χώμα, και η δεκάχρονη που παίζει πιάνο με χλομά δάχτυλα κειτότανε εκεί· τρεις χούφτες, και η έφηβη που την κοιτάζουνε οι άντρες επειδή τα μαλλιά της λάμπουνε τόσο χαλκοκόκκινα θάφτηκε ζωντανή· τρεις φορές ρίξανε χώμα, και η μεγάλη γυναίκα που θα της είχε πάρει, όταν θα είχε αρχίσει και η ίδια να γίνεται αργή, ένα εργόχειρο απ’ τα χέρια με τα λόγια: αχ, μάνα, κι εκείνη αργά

αργά απ’ το χώμα που έπεφτε μες στο στόμα της έπαθε ασφυξία. Κάτω από τρεις χούφτες χώμα κειτότανε μια γριά γυναίκα εκεί, μέσα στον τάφο, μια γυναίκα που και η ίδια έχει αρχίσει ήδη να γίνεται αργή, στην οποία μια άλλη γυναίκα ή ένας γιος θα είχε πει κάποια φορά: αχ, μάνα, κι εκείνη περίμενε να της ρίξουνε χώμα, μέχρι να γεμίσει πάλι κάποια στιγμή εντελώς ο λάκκος, και να είναι λίγο πιο γεμάτος από γεμάτος, γιατί τον λόφο πάνω απ’ τον λάκκο τον γεμίζει βέβαια και τον υψώνει το σώμα, αν και αυτό είναι πολύ πιο κάτω, όπου δεν το βλέπει κανένας πια. Πάνω από ένα βρέφος, που πέθανε ξαφνικά, ο λόφος δεν υψώνεται καθόλου. Στην πραγματικότητα, όμως, ο λόφος θα έπρεπε να είναι τεράστιος σαν τις Άλπεις. Αυτό σκέφτεται, και ας μην έχει δει ποτέ τις Άλπεις με τα ίδια της τα μάτια».

Η συντέλεια του κόσμου της Τζέννυ Έρπενμπεκ
Mετάφραση/Επίμετρο: Αλέξανδρος Κυπριώτης
Eκδόσεις Καστανιώτη
Σελ. 300

«Τί θα συνέβαινε αν…». Σ’ αυτήν ακριβώς την πρόταση στηρίζεται το εξαίσιο μυθιστόρημα της Τζέννυ Έρπενμπεκ. Η Γερμανίδα συγγραφέας με φόντο τον 20ο αιώνα παρακολουθεί τις πιθανές ζωές που η βασική της πρωταγωνίστρια θα ζούσε, αν δεν πέθαινε από κάποιο ασήμαντο, τυχαίο γεγονός, ενώ σε κάθε ένα από τα πέντε μεγάλα κεφάλαια (βιβλία τα ονομάζει) μας υπενθυμίζει ότι «το βράδυ μιας ημέρας που κάποιος πέθανε δεν έρχεται δα και η συντέλεια του κόσμου». Είναι ένα βιβλίο για τον θάνατο και άρα και για τη ζωή, μέσα από τις ζωές που θα μπορούσε να ζήσει το νεκρό βρέφος της πρώτης σελίδας του βιβλίου που παρατίθεται παραπάνω.

Ξεκινώντας από την ιστορία: είναι λίγο μετά το 1900, στη Γαλικία της αυστροουγγρικής μοναρχίας, όταν βρίσκουμε την ηρωίδα ως άρρωστο βρέφος, παιδί μιας Εβραίας και ενός χριστιανού, να σώζεται από μια χούφτα χιόνι. Θα βρούμε το ίδιο αυτό βρέφος στη συνέχεια στη Βιέννη του Μεσοπολέμου να λιμοκτονεί και να επιβιώνει, για να μετακομίσει στη συνέχεια στη Σοβιετική Ένωση το 1935, όπου γίνεται σπουδαία (στρατευμένη) συγγραφέας. Εκεί θα χάσει τον άντρα της και θα μετακομίσει με τον γιο της στο Ανατολικό Βερολίνο της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Τέλος, στο τελευταίο πια βιβλίο, θα συναντήσουμε την ηρωίδα σε έναν οίκο ευγηρίας, ξεχασμένη απ’ τους πάντες, στο σημερινό Βερολίνο.

Η Έρπενμπεκ είναι εκπληκτική συγγραφέας και ως τέτοια χειρίζεται άψογα αφενός την ιστορία της ηρωίδας της (που έχει κοινά στοιχεία με την ιστορία της γιαγιάς της, όπως μας πληροφορεί το κατατοπιστικό επίμετρο), χωρίς να πέφτει στην παγίδα του μελοδραματισμού και του φτηνού συναισθηματισμού, αφετέρου την Ιστορία της Ευρώπης, χωρίς ίχνος διδακτισμού, παρά μόνο προσπάθεια κατανόησής της αλλά (και κυρίως) κατανόησης της ιστορίας της χώρας της, της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας (εκεί γεννήθηκε), μιας χώρας που υπάρχει μόνον μέσα από τις διηγήσεις των άλλων (και πια και από τις δικές της). Ο ρυθμός καταιγιστικός, η γλώσσα μινιμαλιστική και βαθιά φιλοσοφική, η ιστορία της πρωταγωνίστριας θα μπορούσε να είναι η ιστορία κάθε ανθρώπου που βασανίστηκε, πίστεψε και διαψεύστηκε από ουτοπίες αρρωστημένων ανθρώπων που αιματοκύλισαν την Ευρώπη και τον κόσμο.

Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα από μία ξεχωριστή συγγραφέα που βαδίζει στα χνάρια των μεγάλων της κεντροευρωπαϊκής λογοτεχνίας.

Jenny ErpenbeckΗ συγγραφέας

Γεννήθηκε το 1967 στο Βερολίνο της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Σπούδασε Βιβλιοδεσία, Σκηνοθεσία Μουσικού Θεάτρου και Θεατρικές Επιστήμες. Έκανε το συγγραφικό της ντεμπούτο, με το αριστουργηματικό Ιστορία του γερασμένου παιδιού (δυστυχώς εξαντλημένο από τις εκδόσεις Ίνδικτος). Το 2001 απέσπασε το Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής του διαγωνισμού για το Βραβείο Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν με το διήγημα Σιβηρία, το οποίο συμπεριλήφθηκε στη συλλογή της Σκύβαλα (Ίνδικτος). Το 2004 εξέδωσε το Παιχνίδι με τις λέξεις (Ίνδικτος). Η συντέλεια του κόσμου έλαβε διάφορα βραβεία, όπως το Independent Foreign Fiction Prize στη Μεγάλη Βρετανία και το Europäischer Literaturpreis στην Ολλανδία. Το τελευταίο της μυθιστόρημα Gehen, ging, gegangen (Περαστικοί) εκδόθηκε το 2015 και ήταν στη βραχεία λίστα για το Deutscher Buchpreis. Το 2016 τιμήθηκε με το Βραβείο Τόμας Μαν.

Έγραψαν για το βιβλίο

  1. http://lesxianagnosisbiblioudegas.blogspot.gr/2017/05/jenny-erpenbeck.html
  2. http://fractalart.gr/i-synteleia-tou-kosmou/
  3. http://no14me.blogspot.gr/2017/04/jenny-erpenbeck.html?m=0
  4. https://bookpress.gr/kritikes/xeni-pezografia/erpenbeck-jenny-kastaniotis-i-sunteleia-tou-kosmou
  5. https://www.theguardian.com/books/2014/nov/28/the-end-of-days-jenny-erpenbeck-review-novel