«O ΔΡΟΜΟΣ ΗΤΑΝ ΣΤΕΝΟΣ, στρωμένος με παράταιρους κυβόλιθους, όπως όλοι οι δρόμοι της παλιάς γειτονιάς της σάμπλ ντ’ Ολόν. Όσο για τα πεζοδρόμια ήταν σε τέτοιο σημείο στενά που αναγκαζόταν να κατέβει απ’ αυτά κάθε φορά που διασταυρωνόταν με κάποιον περαστικό. Η δίφυλλη σκουροπράσινη πόρτα στη γωνία ήταν ιδιαίτερα επιβλητική, το ξύλο έκανε υπέροχα νερά, και είχε δύο καλογυαλισμένα μπρούντζινα ρόπτρα, ακριβώς όπως οι πόρτες που συναντά κανείς σε αρχοντικά ή σε μοναστήρια της επαρχίας».