«Καθισμένοι γύρω απ’ το τζάκι, είχαμε ακούσει την ιστορία με αρκετά κομμένη την ανάσα, εκτός, όμως, από την εύλογη διαπίστωση ότι ήταν τρομακτική, όπως όφειλε να είναι κάθε παράξενη διήγηση Παραμονή Χριστουγέννων σε ένα παλιό σπίτι, δε θυμάμαι να έγιναν άλλα σχόλια, μέχρι που κάποιος υπέδειξε ότι ήταν η μοναδική περίπτωση που είχε ακούσει στην οποία τύχαινε τέτοια υπερφυσική εμπειρία σε παιδί. Το συγκεκριμένο περιστατικό είχε συμβεί σε ένα παλιό σπίτι, καλή ώρα σαν αυτό στο οποίο βρισκόμασταν τώρα εμείς μαζεμένοι: μια οπτασία, φρικιαστική, εμφανίστηκε σε ένα μικρό αγόρι που κοιμόταν στο δωμάτιο μαζί με τη μητέρα του κι εκείνο την ξύπνησε έντρομο∙ την ξύπνησε όχι για να του διαλύσει τους φόβους και να το βοηθήσει να ξανακοιμηθεί, μα για να αντικρίσει και η ίδια με τα μάτια της, όπως κι έγινε, το θέαμα που τόσο τον είχε ταράξει.»
Ετικέτα: PAGE-TURNER
O σηματωρός του Charles Dickens
«ΈΪ! ΕΣΕΙΣ ΚΕΙ ΚΑΤΩ!
Την ώρα που άκουσε τη φωνή να τον καλεί μ’ αυτά τα λόγια, στεκόταν στην πόρτα του κουβούκλιού του κρατώντας στο χέρι ένα σημαιάκι τυλιγμένο γύρω από το μικρό του κοντάρι. Με δεδομένη τη διαμόρφωση του τοπίου, θα περίμενε κανείς ότι δεν θα είχε καμία αμφιβολία από πού ακριβώς ερχόταν η φωνή∙ εκείνος όμως αντί να κοιτάξει ψηλά, εκεί που στεκόμουν, στην κορυφή του απότομου υψώματος, σχεδόν πάνω από το κεφάλι του, έκανε μεταβολή και κοίταξε πέρα, προς τις γραμμές. Και είχε κάτι το παράξενο ο τρόπος του, αλλά τι ακριβώς, μου ήταν αδύνατο να καταλάβω. Ξέρω πάντως ότι στάθηκε αρκετό ώστε να τραβήξει την προσοχή μου, παρόλο που η μορφή του φάνταζε μικρή και σκοτεινή, εκεί μες στο βάθος του ορύγματος, κι εγώ βρισκόμουν ψηλά από πάνω του, τόσο λουσμένος στο άγριο φως του ηλιοβασιλέματος που έπρεπε να σκιάζω τα μάτια με το χέρι μου για να τον βλέπω».
Ο Κόμης του Μόντε-Χρίστο του Αλέξανδρου Δουμά
«Στις 28 Φεβρουαρίου 1815 η σκοπιά στην Παναγία της Φρουράς σήμανε την είσοδο του τρικάταρτου Φαραώ, που ερχόταν από τη Σμύρνη, την Τεργέστη και τη Νάπολη. Ως συνήθως, ένας πλοηγός ξεκίνησε αμέσως από το λιμάνι, πέρασε ξυστά από τον πύργο του Ιφ και πήγε και πλεύρισε το πλεούμενο ανάμεσα στο ακρωτήρι Μορζιού και το νησί Ριού.
Ο Συνοδοιπόρος του Viet Thanh Nguyen
«ΕΙΜΑΙ ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΣ, κοιμώμενος, διπρόσωπος. Δεν εκπλήσσει ίσως το ότι είμαι και δίβουλος. Δεν είμαι κάποιος μεταλλαγμένος απ’ αυτούς στα κόμικς ή στις ταινίες τρόπου, καίτοι μου έχουν φερθεί σαν να είμαι. Απλώς, είμαι ικανός να δω κάθε θέμα από δύο μεριές. Καμία φορά, κολακεύομαι να πιστεύω ότι αυτό είναι ταλέντο, και μολονότι είναι, ήσσονος φύσεως βέβαια, πιθανόν να είναι και το μοναδικό που διαθέτω. Άλλοτε πάλι, όταν σκέφτομαι ότι δεν μπορώ παρά μόνον να παρατηρώ τον κόσμο, αναρωτιέμαι αν θα μπορούσε να θεωρηθεί ταλέντο αυτό που διαθέτω. Άλλωστε, ταλέντο σημαίνει κάτι που χρησιμοποιείς, κι όχι κάτι που σε χρησιμοποιεί. Το ταλέντο που δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις, το ταλέντο που σε κατέχει – είναι κάτι επικίνδυνο, οφείλω να πω. Αλλά τον μήνα που αρχίζει αυτή εδώ η εξομολόγηση, το τρόπος μου να βλέπω τα πράγματα έμοιαζε να είναι μάλλον αρετή παρά ελάττωμα, κι έτσι εμφανίζονται για πρώτη φορά ορισμένοι κίνδυνοι».
Υπομονή του Daniel Clowes
«Ένα συμπαντικό χωροχρονικό ταξίδι θανάτου στο αρχέγονο άπειρο της παντοτινής αγάπης».
Η γυναίκα στο παράθυρο του Έι Τζέι Φιν
«Ο άντρας της κοντεύει να επιστρέψει. Θα την πιάσει αυτή τη φορά.
Δεν υπάρχει ούτε μία κουρτίνα, ούτε ένα στόρι στον αριθμό 212 – στο σπίτι, βαμμένο στο κόκκινο της σκουριάς, που κάποτε, μέχρι πρόσφατα, φιλοξενούσε τους νιόπαντρους Μοτ, ώσπου χώρισαν. Ποτέ δεν γνώρισα τους Μοτ αλλά πού και πού τους τσεκάρω στο διαδίκτυο: το προφίλ του στο Linkedin, τη σελίδα της στο Facebook. Η λίστα γάμου τους στο Macy’s εξακολουθεί να υπάρχει. Ακόμα θα μπορούσα να τους πάρω δώρο μαχαιροπίρουνα.
Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου του André Aciman
«ΜΙΛΑΜΕ ΑΡΓΟΤΕΡΑ!» ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ, Η ΦΩΝΗ, ΤΟ ΥΦΟΣ.
Δεν είχα ακούσει κάποιον άλλον ως τότε να χρησιμοποιεί αυτή τη φράση ως αποχαιρετισμό. Ακουγόταν σκληρή, βάναυση και απορριπτική, με τη συγκαλυμμένη αδιαφορία όσων μπορεί και να μη νοιάζονται αν θα σε ξαναδούν ποτέ.
JAZZ της Toni Morrison
«E, την ξέρω αυτή τη γυναίκα. Έμενε κάποτε στη λεωφόρο Λένοξ, συντροφιά μ’ ένα σμάρι πουλιά. Ξέρω και τον άντρα της. Ξεμυαλίστηκε μ’ ένα δεκαοχτάχρονο κορίτσι, μ’ έναν από εκείνους τους ολέθριους, τρομακτικούς έρωτες που τον έκανε να νιώθει τέτοια θλίψη και ευτυχία ώστε τη σκότωσε μόνο και μόνο για να κρατήσει ζωντανό τούτο το αίσθημα. Όταν η γυναίκα, το όνομά της είναι Βάιολετ, πήγε στην κηδεία να δει το κορίτσι και να χαρακώσει το πεθαμένο του πρόσωπο, ο κόσμος την έριξε κάτω και την πέταξε έξω απ’ την εκκλησία. Κι εκείνη έτρεξε, μέσα σ’ όλο εκείνο το χιόνι, κι όταν γύρισε στο διαμέρισμά της έβγαλε τα πουλιά από τα κλουβιά τους, άνοιξε τα παράθυρα και τα άφησε να παγώσουν ή να πετάξουν, μαζί και τον παπαγάλο που έλεγε “σ’ αγαπώ”».
Ο λαβύρινθος των πνευμάτων του Κάρλος Ρουίθ Θαφόν
«Eκείνη τη νύχτα ονειρεύτηκα ότι επέστρεφα στο Κοιμητήριο των Λησμονημένων Βιβλίων. Ήμουν και πάλι δέκα χρόνων και είχα ξυπνήσει στην παλιά μου κάμαρα νιώθοντας πως η ανάμνηση του προσώπου της μητέρας μου με είχε εγκαταλείψει. Και, με τον τρόπο που καταλαβαίνει κανείς τα πράγματα στα όνειρα, ήξερα ότι το λάθος ήταν δικό μου και μόνο δικό μου, επειδή δε μου άξιζε να το θυμάμαι κι επειδή δεν είχα καταφέρει να τη δικαιώσω.
Το ματωμένο του έργο του Graeme Macrae Burnet
“Γράφω αυτό το κείμενο κατόπιν επιθυμίας του δικηγόρου μου κυρίου Άντριου Σίνκλερ, ο οποίος από τότε που φυλακίστηκα εδώ στο Ινβερνές μού φέρεται με πολύ περισσότερη ευγένεια απ’ όση αξίζω και δικαιούμαι. Η ζωή μου υπήρξε σύντομη και άνευ σημασίας, και δεν επιθυμώ να απαλλαγώ από την ευθύνη για τις πρόσφατες πράξεις μου. Ο μόνος λόγος, επομένως, για τον οποίο εμπιστεύομαι αυτές τις λέξεις στο χαρτί είναι για να ανταποδώσω στον δικηγόρο μου την καλοσύνη που μου έχει δείξει. Ο κύριος Σίνκλερ μου έδωσε οδηγίες να εκθέσω, με όσο το δυνατόν